επετειόφυλλος
From LSJ
Εὐκαταφρόνητός ἐστι σιγηρὸς τρόπος → A way of life disposed to silence is contemptible → Taciturna facile ingenia contemni solent → Gemein ist ein Charakter, über den man schweigt
Greek Monolingual
ἐπετειόφυλλος, -ον (Α)
αυτός που κάθε χρόνο χάνει τα φύλλα του και αποκτά νέα, ο φυλλοβόλος.