μοχθεῖν τε βροτοῖσ(ιν) άνάγκη → and you mortals must endure trouble (Euripides' Hippolytus 208)
ἔπογκος, -ον (Α)έγκυος.[ΕΤΥΜΟΛ. < επί + όγκος (< εν-εγκ-είν), τ. που εμφανίζει την ετεροιωμένη βαθμίδα (ογκ-) του θ. εγκ-].