Βέλτιόν ἐστι σῶμά γ' ἢ ψυχὴν νοσεῖν → It is better to be sick in respect to the body than in respect to the soul → Deterior animi morbus es quam corporis → Am Körper krank zu sein ist besser als an der Seel'
ο (Α ζευκτήρ, θηλ. ζεύκτειρα)
ιμάντας με τον οποίο δένεται το βόδι στον ζυγό
αρχ.
1. αυτός που ενώνει δύο ζώα κάτω από τον ίδιο ζυγό
2. θηλ. «ζεύκτειρα» — επίθετο της Αφροδίτης, της θεάς του γάμου.
[ΕΤΥΜΟΛ. ζευκ-τήρ < ζευγ-κτήρ < ζεύγνυμι
πρβλ. και αρχ. ινδ. yoktar-].