ὑπὸ δὲ οἴστρου ἀεὶ ἑλκομένη ψυχή → a soul always dragged along by the fury of passion
κατεμπλέκω και καταμπλέκω (Μ)1. κατηγορώ, συκοφαντώ2. ενοχοποιώ.