κιαροσκούρο

From LSJ
Revision as of 07:23, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (20)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἀξιοπιστόστερα εἰσί τραύματα φίλου ἢ ἐκούσια φιλήματα ἐχθροῦ → faithful are the wounds of a friend; but the kisses of an enemy are deceitful

Source

Greek Monolingual

το
1. τεχνική στις εικαστικές τέχνες η οποία χρησιμοποιείται για την απόδοση του φωτός και της σκιάς ανεξάρτητα από τη χρήση χρώματος, η φωτοσκίαση
2. η εικόνα που γίνεται με αυτό τον τρόπο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. chiaroscuro].