τοιοῦτος πλανίων ἄβιος βίος → that sort of wandering is no life for a life
κλάλιον, το (Α)κλανίον.[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για εσφ. γρφ. του κλανίον ή ίσως για άλλο τύπο του κατ' επίδραση του ψέλιον.