λαδομπογιά

From LSJ
Revision as of 07:27, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (22)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ὡς αἰσχρὸν ἀνθρώποισίν ἐστ' ἀπληστία → Quam turpe hominibus est intemperantia → Wie schändlich ist doch für die Menschen Völlerei

Menander, Monostichoi, 561

Greek Monolingual

η
1. πυκυή βαφή που παρασκευάζεται με ανάμιξη λαδιού —λινελαίου— και χρωστικής ουσίας, ελαιόχρωμα
2. συνεκδ. ελαιογραφία, ζωγραφικός πίνακας φιλοτεχνημένος με ελαιοχρώματα.