οὗτος ἐγὼ ταχυτᾶτι· χεῖρες δὲ καὶ ἦτορ ἴσο → this is my speed: my hands and heart are its equal, such am I for speed; my hands and heart are just as good
-ο
αυτός που εμπεριέχει μέταλλα, μεταλλοφόρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1866 στην Κλειώ Ν. Παπαδούκα].