μαργαρίτα

From LSJ
Revision as of 07:35, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (24)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

αὐτόχειρες οὔτε τῶν ἀγαθῶν οὔτε τῶν κακῶν γίγνονται τῶν συμβαινόντων αὐτοῖς → for not with their own hands do they deal out the blessings and curses that befall us

Source

Greek Monolingual

η
κοινή ονομασία διαφόρων φυτών του γένους χρυσάνθεμο, που ανήκει στην οικογένεια τών συνθέτων, καθώς και όλων σχεδόν τών φυτών με μαργαριτόμορφα άνθη.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. ιταλ. margarita < μαργαρίτης].