Ὡς ἡδὺ τὸ ζῆν μὴ φθονούσης τῆς τύχης → Quam vita dulce est, fata dum non invident → Wie süß zu leben, wenn das Glück nicht neidisch ist
1. παρεκκλίνω από τον σωστό δρόμο2. μτφ. ξεφεύγω από τον δρόμο της ηθικής.[ΕΤΥΜΟΛ. < ξ(ε)- + στράτα].