ὥσπερ ἀνέµου 'ξαίφνης ἀσελγοῦς γενοµένου → just as when a wind suddenly turns foul, just as when a wind suddenly turns nasty
τοη ξερολιθιά.[ΕΤΥΜΟΛ. < ξερός + -λίθι (< λίθος), πρβλ. κουφο-λίθι].