Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
ο (ΑΜ ὁδοφύλαξ)
ο φύλακας τών οδών, των δρόμων
μσν.
ληστής που στήνει ενέδρες στους δρόμους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὁδός + φύλαξ, -ακος].