ἁλῶν δὲ φόρτος ἔνθεν ἦλθεν, ἔνθ' ἔβη → light come, light go | easy come, easy go
οἰστρογενέτωρ, -ορος, ὁ (Α)(για τον Έρωτα) αυτός που προκαλεί μανία, παραφροσύνη.[ΕΤΥΜΟΛ. < οἶστρος + γενέτωρ.