μὴ δὶς πρὸς τὸν αὐτὸν λίθον πταίειν → do not stumble twice on the same stone
ὀρυζίτης, ὁ (Α)φρ. «ὀρυζίτης πλακοῡς» — πίτα από ρύζι.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄρυζα + επίθημα -ίτης (πρβλ. οροβ-ίτης)].