πολιτευτικός

From LSJ
Revision as of 12:19, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (33)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν, οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω → See, you leaders of Thebes, what sorts of things I, its last princess, suffer at the hands of such men

Sophocles, Antigone, 940-942

Greek (Liddell-Scott)

πολιτευτικός: -ή, -όν, πολ. μετριοπάθεια, πολ. θέμις, πολ. φρόνησις, πολ. σχῆμα Μ. Ἀκομ. τ. Α΄, σ. 302, 15. τ, Β΄, σ. 44. 5, 47, 16, 108, 4, ἔκδ. Λ. ― Ἐν τῷ Θησ. Στ. κεῖται μόνον τὸ πολιτευτικῶς ἐκ τοῦ Σχολ. τοῦ Ἀριστοφ., ἀλλὰ μὲ σημείωσιν: «sed. cod Raven. et Ven. πολιτικῶς», ὥστε ἠπιστήθη ἐκεῖλέξις· Συναγωγὴ Λέξ. Ἀθησ. Κουμανούδη.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Μ πολιτευτής
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον πολιτευτή («πολιτευτική μετριοπάθεια», Μιχ. Ακόμ.).