πρόσραξις

From LSJ
Revision as of 12:23, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (35)

ἀμείνω δ' αἴσιμα πάντα (Odyssey VII.310 / XV.71) → all things are better in moderation

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρόσραξις Medium diacritics: πρόσραξις Low diacritics: πρόσραξις Capitals: ΠΡΟΣΡΑΞΙΣ
Transliteration A: prósraxis Transliteration B: prosraxis Transliteration C: prosraksis Beta Code: pro/sracis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A dashing against, PCair.Zen.534.23 (iii B.C.), Ph. 2.489.

German (Pape)

[Seite 779] ἡ, = πρόσρηξις, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

πρόσραξις: -εως, ἡ, πρόσρηξις, κτύπημα μεθ’ ὁρμῆς ἐπάνω εἴς τι καὶ σπάσιμον, Φίλων 2. 489.

Greek Monolingual

-άξεως, ἡ, Α προσράσσω
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του προσράσσω, ορμητικό χτύπημα ενός αντικειμένου πάνω σε ένα άλλο.