πυρινόθριξ
From LSJ
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
Full diacritics: πῠρῐνόθριξ | Medium diacritics: πυρινόθριξ | Low diacritics: πυρινόθριξ | Capitals: ΠΥΡΙΝΟΘΡΙΞ |
Transliteration A: pyrinóthrix | Transliteration B: pyrinothrix | Transliteration C: pyrinothriks | Beta Code: purino/qric |
ὁ, ἡ, gen. τρῐχος,
A with fiery hair, PMag.Par.1.636.
-τριχος, ὁ, ἡ, Α
αυτός που έχει κοκκινωπά μαλλιά, ο κοκκινομάλλης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πύρινος (Ι) + -θριξ (< θρίξ, τριχός), πρβλ. μελανό-θριξ, πυρρό-θριξ].