ραβδομάντης
From LSJ
Λιμὸς μέγιστον ἄλγος ἀνθρώποις ἔφυ → Inter dolores maximum humanos fames → Der Hunger ist den Menschen allergrößter Schmerz
Greek Monolingual
και λόγ. τ. ραβδόμαντις, ο, Ν
αυτός που μαντεύει με τη χρήση ράβδου, ραβδοσκόπος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ράβδος + μάντις / μάντης. Η λ., στον τ. ῥαβδομάντεις, μαρτυρείται από το 1888 στον Στ. Ξένο].