σκοτοδίνη
From LSJ
Λάβε πρόνοιαν τοῦ προσήκοντος βίου → Curanda res est, ex decoro vivere → Dass du geziemend lebest, dafür sorge vor
German (Pape)
[Seite 905] ἡ, schlechtere Form für σκοτοδινία, Lob. Phryn. p. 499.
Greek Monolingual
η, ΝΜ
μορφή ζάλης που εκφράζεται υποκειμενικά σαν αίσθημα κίνησης του περιεχομένου του κρανίου, χωρίς παθογνωμονική σημασία τις περισσότερες φορές, και η οποία εμφανίζεται σε άτομα με αγγειοκινητική αστάθεια, ορθοστατική υπόταση και συναισθηματική ευαισθησία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκοτοδινία κατά τα θηλ. σε -η].