σταλεηδόνες

From LSJ
Revision as of 12:31, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (38)

Ὀργὴ φιλούντων ὀλίγον ἰσχύει χρόνον → Amantis ira ferre aetatem non potest → Der Zorn von Liebenden hat Macht nur kurze Zeit

Menander, Monostichoi, 410
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σταλεηδόνες Medium diacritics: σταλεηδόνες Low diacritics: σταλεηδόνες Capitals: ΣΤΑΛΕΗΔΟΝΕΣ
Transliteration A: staleēdónes Transliteration B: staleēdones Transliteration C: staleidones Beta Code: stalehdo/nes

English (LSJ)

σταλαγμοί, Hsch. στάλη· ταμεῖον κτηνῶν, Id. σταλίζομαι· ἐπὶ τῆς στήλης τρόπον ἕστηκας (sic), Id.

Greek Monolingual

και σταλαηδόνες, αἱ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «σταλαγμοί».
[ΕΤΥΜΟΛ. Τ. δυσερμήνευτου σχηματισμού, πιθ. < σταλάω + επίθημα -(η)δών (πρβλ. σηπεδών, αλγηδών) διευθετημένος προς εξυπηρέτηση μετρικών αναγκών].