ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in
συνανακουφίζω: ὁμοῦ μετά τινος ἀνακουφίζω, ἀνυψῶ, τάχα που καὶ τοῖς πτεροῖς (ὁ Ἔρως) Ἱππομένει συνανεκούφιζον Ρήτορες (Walz.) τ. 1, σ. 470.
ΜΑ
ανυψώνω κάτι μαζί με κάτι άλλο.