υπεπιμερής
From LSJ
κρεῖττον εἶναι φιλοσόφως ἀποθανεῖν ἢ ἀφιλοσόφως ζῆν → that it is better to die in manner befitting a philosopher than to live unphilosophically
Greek Monolingual
και ὑποεπιμερής, -ές, Α
(για αριθμό) αντίστροφος του επιμερούς, υπεπιμόριος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + ἐπιμερής «αριθμός που περιέχει ακέραιο και κλάσμα»].