τερσανόεσσα
From LSJ
English (LSJ)
epith. of ἀσπίς, Il.3.334 as read by Zenod. ap. Sch. A (τερμιόεσσαν corr. Robert).
Greek Monolingual
ἡ, Α
(πιθ. αν.) χαρακτηρισμός ασπίδας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. έχει διορθωθεί σε τερμιόεσσα (βλ. λ. τερμιόεις)].
Full diacritics: τερσᾰνόεσσα | Medium diacritics: τερσανόεσσα | Low diacritics: τερσανόεσσα | Capitals: ΤΕΡΣΑΝΟΕΣΣΑ |
Transliteration A: tersanóessa | Transliteration B: tersanoessa | Transliteration C: tersanoessa | Beta Code: tersano/essa |
epith. of ἀσπίς, Il.3.334 as read by Zenod. ap. Sch. A (τερμιόεσσαν corr. Robert).
ἡ, Α
(πιθ. αν.) χαρακτηρισμός ασπίδας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. έχει διορθωθεί σε τερμιόεσσα (βλ. λ. τερμιόεις)].