αἰθὴρ δ᾽ ἐλαφραῖς πτερύγων ῥιπαῖς ὑποσυρίζει (Aeschylus, Prometheus Bound 126) → The bright air fanned | whistles and shrills with rapid beat of wings.
σφᾰδασμός: ὁ, ὡς τὸ σπασμός, σύσπασις τῶν μελῶν, σπασμώδης κίνησις, «σπαρτάρισμα», Πλάτ. Πολ. 579E· παρ’ Ἐπιφαν. τ. 1, σ. 581C, σφαδαϊσμός.
ο, ΝΜΑ, και σφαδαϊσμός και σφαδασμός Α σφαδάζω / σφαδᾴζω /σφαδαΐζω]
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του σφαδάζω.