ἢ λέγε τι σιγῆς κρεῖττον ἢ σιγὴν ἔχε → either say something better than silence or keep silence (Menander)
Αακουμπώ πάνω σε κάτι.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + ἐπικλίνω «στηρίζω κάτι πάνω σε κάτι άλλο, ακουμπώ, βρίσκομαι σε επικλινή θέση»].