τρυγάνη

From LSJ
Revision as of 12:55, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (42)

εἰ γάρ κεν καὶ σμικρὸν ἐπὶ σμικρῷ καταθεῖο καὶ θαμὰ τοῦτ᾽ ἔρδοις, τάχα κεν μέγα καὶ τὸ γένοιτο → for if you add only a little to a little and do this often, soon that little will become great (Hesiod W&D, 361-362)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τρυγάνη Medium diacritics: τρυγάνη Low diacritics: τρυγάνη Capitals: ΤΡΥΓΑΝΗ
Transliteration A: trygánē Transliteration B: tryganē Transliteration C: trygani Beta Code: truga/nh

English (LSJ)

ἡ, =

   A tribula, expld. as τ. ἡ τὸν σῖτον ἀλοῶσα, Gloss. (post τρυτ-); cf. τυκάνη.

Greek Monolingual

ἡ, Α
όργανο κυλινδρικού σχήματος κατάλληλο για το αλώνισμα σιτηρών.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. της λ. τυκάνη, κατ' επίδραση του ρ. τρυγῶ (Ι), αν δεν πρόκειται για εσφ. γρφ.].