γραμματική ἐστιν ἐμπειρία τῶν παρὰ ποιηταῖς τε καὶ συγγραφεῦσιν ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ λεγομένων → grammar is a practical knowledge of the usage of poets and writers of prose
Full diacritics: φύλιος | Medium diacritics: φύλιος | Low diacritics: φύλιος | Capitals: ΦΥΛΙΟΣ |
Transliteration A: phýlios | Transliteration B: phylios | Transliteration C: fylios | Beta Code: fu/lios |
[ῡ], α, ον,
A of a tribe, θεοί Poll.8.110.
φύλιος: α, όν, ὁ ἀνήκων εἴς τινα φυλήν, φύλιοι θεοὶ Πολυδ. Η΄, 118.
-ία, -ον, Α [[φῡλον / φυλή]]
φρ. «φύλιοι θεοί» — οι θεοί μιας φυλής (Πολυδ.).