Θεῶν ὄνειδος τοὺς κακοὺς εὐδαιμονεῖν → Crimen deorum est improbi felicitas → Ein Vorwurf an die Götter ist der Schurken Glück
-έω, Ν
1. μιλώ με χάρη
2. λέω έξυπνα αστεία, ευφυολογώ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χάρις, -ιτος + -λογώ. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στην εφημερίδα Ακρόπολις].