χιονοπόλεμος

From LSJ
Revision as of 13:01, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (46)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων → always strive for excellence and prevail over others (Iliad 6.208, 11.784)

Source

Greek Monolingual

ο, Ν
παιχνίδι κατά το οποίο οι παίκτες ρίχνουν χιονόμπαλες ο ένας στον άλλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χιόνι + πόλεμος. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στην εφημερίδα Ακρόπολις].