ακτινόλιθος

From LSJ
Revision as of 10:10, 23 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind

Menander, Monostichoi, 530

Greek Monolingual

ο (Ορυκτολ.)
ορυκτό της ομάδας τών αμφιβόλων. Ανήκει στην ισόμορφη σειρά τρεμολίτου-ακτινολίθου που αποτελείται από ινοπυριτικά άλατα ασβεστίου, μαγνησίου και σιδήρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ελληνογενές < ακτίς (-ίνα) + λίθος, πρβλ. αγγλ. actinolite].