ὑπαιρέω
From LSJ
ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...
English (LSJ)
Ion. for ὑφαιρέω (q.v.).
German (Pape)
[Seite 1180] ion. = ὑφαιρέω.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπαιρέω: Ἰων. ἀντὶ ὑφαιρέω, Ἡρόδ.
French (Bailly abrégé)
ion. c. ὑφαιρέω.
Greek Monotonic
ὑπαιρέω: Ιων. αντί του ὑφ-αιρέω.