προὖπτος

From LSJ
Revision as of 20:12, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

Γράμματα μαθεῖν δεῖ καὶ μαθόντα νοῦν ἔχειν → Prudentia opus est, ubi didiceris litteras → Das Lesen lerne, Schreiben, und dann aufgepasst

Menander, Monostichoi, 96

German (Pape)

[Seite 795] zsgzgn statt πρόοπτος, z. B. Thuc. 5, 99. 111.

Greek (Liddell-Scott)

προὖπτος: -ον, κατὰ κρᾶσιν ἀντὶ τοῦ πρόοπτος.

French (Bailly abrégé)

contr. att. de πρόοπτος.

Greek Monotonic

προὖπτος: -ον, συνηρ. αντί πρόοπτος.