τουτόθεν

Revision as of 20:36, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

English (LSJ)

Adv.

   A from here, A.D.Adv.163.24,190.20, cj. in Erinn. 3.1; also τουτόθε, Theoc.4.10.

Greek (Liddell-Scott)

τουτόθεν: Ἐπίρρ., ἐντεῦθεν, Α. Β. 574, 604· καὶ τουτόθε, Θεόκρ. 4. 16· πρβλ. αὐτόθεν.

French (Bailly abrégé)

adv.
d’ici.
Étymologie: τοῦτο, -θεν.

Greek Monolingual

Α
επίρρ. από εκεί, από αυτό το μέρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τοῦτο + επιρρμ. κατάλ. -θεν /-θε].

Greek Monotonic

τουτόθεν: και -θε, επίρρ., απ' όπου, σε Θεόκρ.· ομοίως, τουτῶθεν, επίρρ., στον ίδ.