Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ὑποκατακλίνομαι

From LSJ
Revision as of 02:20, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Μολὼν λαβέCome and take them

Plutarch, Apophthegmata Laconica 225C12

Greek Monotonic

ὑποκατακλίνομαι: [ῑ], Παθ., βρίσκομαι κάτω από την εξουσία κάποιου, υποκύπτω, παραδίδομαι, ενδίδω, υποχωρώ, τινι, σε κάποιον, σε Πλάτ.· απόλ., ενδίδω, παραδίδομαι, σε Δημ.