εἰσότε

From LSJ
Revision as of 06:04, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (2)

πάντες ἄνθρωποι τοῦ εἰδέναι ὀρέγονται φύσει → all men naturally desire knowledge

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἰσότε Medium diacritics: εἰσότε Low diacritics: εισότε Capitals: ΕΙΣΟΤΕ
Transliteration A: eisóte Transliteration B: eisote Transliteration C: eisote Beta Code: ei)so/te

English (LSJ)

for εἰς ὅτε,

   A against the time when, Od.2.99,al.

German (Pape)

[Seite 745] bis daß, Od. 2, 99 getrennt geschrieben, u. sp. D.

Greek (Liddell-Scott)

εἰσότε: ἀντὶ εἰς ὅτε, καθ’ ὃν χρόνον, ὅταν, Ὀδ. Β. 99˙ ἴδε πρόθ. εἰς ΙΙ. 1.

French (Bailly abrégé)

conj.
jusqu’à ce que.
Étymologie: εἰς ὅτε.

Spanish (DGE)

conj. temp. hasta que c. aor. ind. εἰ. κούρη εἵλετ' ... τεύχη de Atenea h.Hom.28.14, εἰ. ... νέκυν κτερέιξεν ὅμιλος A.R.2.857, cf. 4.800, εἰ. Βακχιάδαι ... ἀνέρες ἐννάσαντο μετὰ χρόνον A.R.4.1212, εἰ. ... ἐπὶ τὴν ... ἀτελεύτητον ζωὴν μετεστήσατο Eus.VC 1.9.1, cf. 3.13.2, Soz.HE 3.19.7, 4.23.8.

Greek Monolingual

εἰσότε (Α)
έως ότου, όταν.

Greek Monotonic

εἰσότε: ή εἰςὅτε, μέχρι τη στιγμή που, σε Ομήρ. Οδ.

Russian (Dvoretsky)

εἰσότε: чаще εἰς ὅτε conj. до того как Hom.