φιλαίτερος

From LSJ
Revision as of 07:40, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4b)

ἀνὴρ ἀπειργασμένος καλὸς κἀγαθός → a perfect gentleman

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φῐλαίτερος Medium diacritics: φιλαίτερος Low diacritics: φιλαίτερος Capitals: ΦΙΛΑΙΤΕΡΟΣ
Transliteration A: philaíteros Transliteration B: philaiteros Transliteration C: filaiteros Beta Code: filai/teros

English (LSJ)

φιλαίτατος, irreg. Comp. and Sup. of φίλος (q. v. sub fin.).

German (Pape)

[Seite 1274] u. φιλαίτατος, unreg. comp. u. superl. zu φίλος, w. m. s.

Greek (Liddell-Scott)

φῐλαίτερος: φιλαίτατος, ἀνώμαλ. συγκρ. καὶ ὑπερθετ. τοῦ φίλος (ὃ ἴδε ἐν τέλει).

French (Bailly abrégé)

v. φίλος.

Greek Monotonic

φῐλαίτερος: φιλαίτατος, ανώμ. συγκρ. και υπερθ. του φίλος.

Russian (Dvoretsky)

φιλαίτερος: Xen. compar. к φίλος I.