προέργου
From LSJ
κεῖται μὲν γαίῃ φθίμενον δέμας, ἡ δὲ δοθεῖσα ψυχή μοι ναίει δώματ' ἐπουράνια → my body lies mouldering in the ground, but the soul entrusted to me dwells in heavenly abodes
κεῖται μὲν γαίῃ φθίμενον δέμας, ἡ δὲ δοθεῖσα ψυχή μοι ναίει δώματ' ἐπουράνια → my body lies mouldering in the ground, but the soul entrusted to me dwells in heavenly abodes
Full diacritics: προέργου | Medium diacritics: προέργου | Low diacritics: προέργου | Capitals: ΠΡΟΕΡΓΟΥ |
Transliteration A: proérgou | Transliteration B: proergou | Transliteration C: proergou | Beta Code: proe/rgou |
A v. προύργου.
προέργου: ἴδε προὔργου.
Α
βλ. προὔργου.
προέργου: βλ. προύργου.
προέργου: adv. v. l. = προὔργου.