προέργου

From LSJ

ὑπὲρ κεφαλῆς γῆρας ὑπερκρέμαται → old age hangs over one's head

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προέργου Medium diacritics: προέργου Low diacritics: προέργου Capitals: ΠΡΟΕΡΓΟΥ
Transliteration A: proérgou Transliteration B: proergou Transliteration C: proergou Beta Code: proe/rgou

English (LSJ)

v. προύργου.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προέργου zie προὔργου.

Russian (Dvoretsky)

προέργου: adv. v.l. = προὔργου.

Greek (Liddell-Scott)

προέργου: ἴδε προὔργου.

Greek Monolingual

Α
βλ. προὔργου.

Greek Monotonic

προέργου: βλ. προύργου.