Μακάριος, ὅστις ἔτυχε γενναίου φίλου → Generosa amicus mente , felicis bonum → Glückselig ist, wer einen edlen Freund gewinnt
[Seite 613] τό, dim. vom Vorigen, Fäßchen; Eubul. bei Ath. I, 28 c; Luc. conscr. hist. 4.
τὸ, Α πιθάκνη
μικρός πίθος, πιθαράκι.
πῐθάκνιον: τό бочонок Luc.
πιθάκνιον -ου, τό [πιθάκνη] kruikje.