νέῳ δὲ σιγᾶν μᾶλλον ἢ λαλεῖν πρέπει → it's fitting for a young man to keep silence rather than to speak (Menander)
ao.2 de προβαίνω.
προὔβην: (= προέβην) стяж. aor. 2 к προβαίνω.