παρστήετον

From LSJ
Revision as of 01:44, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (3b)

ἐνίοτε οἱ οἰκέται εἰς τὴν θάλασσαν ἐλαύνουσιν αὐτούς → sometimes the slaves ride them into the sea

Source

Greek (Liddell-Scott)

παρστήετον: Ἐπικ. β΄ δυϊκὸν ὑποτ. ἀορ. β΄ τοῦ παρίστημι, Ὀδ. Σ. 183.

French (Bailly abrégé)

3ᵉ duel sbj. ao.2 poét. de παρίστημι.

English (Autenrieth)

see παρίστημι.

Greek Monotonic

παρστήετον: Επικ. αντί παραστῆτον, βʹ δυϊκ. υποτ. αορ. βʹ του παρίστημι.

Russian (Dvoretsky)

παρστήετον: эп. 3 л. dual. aor. 2 conjct. к παρίστημι.