Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

Ἑλικωνιάδες

From LSJ
Revision as of 21:45, 9 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1ab)

Τερπνὸν κακὸν πέφυκεν ἀνθρώποις γυνή → Malum viris est mulier, at dulce est malum → Ein angenehmes Übel ist dem Mann die Frau

Menander, Monostichoi, 493

Greek (Liddell-Scott)

Ἑλῐκωνιάδες: (ἐνν. παρθένοι), αἱ, αἱ κατοικοῦσαι ἐπὶ τοῦ Ἑλικῶνος, αἱ Μοῦσαι, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 656, Θ. 1· Μοῦσαι Ἑλ. Συλλ. Ἐπιγρ. 3067. 19· οὕτω καὶ Ἑλικωνίδες, Νυμφᾶν Ἑλικωνίδων (ἑλικωπίδων Wilamowitz) Σοφ. Ο. Τ. 1109· Μοῦσαι Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 791, Συλλ. Ἐπιγρ. 1212.

Greek Monotonic

Ἑλῐκωνιάδες: (ενν. παρθένοι), αἱ, οι κάτοικοι του όρους Ελικώνα, οι Μούσες, σε Ησίοδ.· ομοίως και, Νύμφαι Ἑλικωνίδες, σε Σοφ.

Russian (Dvoretsky)

Ἑλῐκωνιάδες: αἱ (sc. παρθένοι) обитательницы Геликона, т. е. Музы Hes., Pind., Eur., Anth.

Middle Liddell

[from Ἑλῐκών]
sc.Ἑλῐκωνιάδες παρθένοι, αἱ, the dwellers on Helicon, the Muses, Hes.: so, Νύμφαι Ἑλικωνίδες, Soph.