Παναθήναιος
From LSJ
Μὴ σπεῦδε πλουτεῖν, μὴ ταχὺς πένης γένῃ → Ditescere properans, inops fies cito → Vermeide schnellen Reichtum, sonst verarmst du schnell
English (LSJ)
ὁ (sc. μήν), month at Ilium, Supp.Epigr.4.663.
Greek Monolingual
Παναθήναιος, ὁ (Α)
ονομασία ενός μήνα στο Ίλιον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + Ἀθηνᾶ + κατάλ. -αῖος].