противник
From LSJ
τους φίλους λόγων τέχναιν επαίδευσας → Using 2 artifices, you educated (taught) those who love rhetoric.
Russian > Greek
πολέμιος, ἀντηρέτης, ἀντιπολέμιος, ἀντιπόλεμος, προσκείμενον, ἀντίπαλον, διάφορος, παλίγκοτος, ἀνταγωνιστής, ἀντιστάτης, ἐνστάτης, ὑπεναντίος, ἀντίπαλος, ἔφεδρος, ἀντιστασιώτης, ἀντίδικος