πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασιν τί ποιοῦσιν → father, forgive them, for they know not what they do
Full diacritics: ταφεῖος | Medium diacritics: ταφεῖος | Low diacritics: ταφείος | Capitals: ΤΑΦΕΙΟΣ |
Transliteration A: tapheîos | Transliteration B: tapheios | Transliteration C: tafeios | Beta Code: tafei=os |
A v. ταφήϊος. II neut. ταφεῖον, τό, tomb, BCH52.401 (Priene).
[Seite 1075] s. ταφήϊος.
τᾰφεῖος: -α, -ον, ἴδε ταφήιος.
-εία, -ον, Α
1. ταφήϊος
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ταφεῑον
ο τάφος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τάφος + κατάλ. -εῖος (πρβλ. οἰκ-εῖος)].