εἱρκτοφύλαξ
From LSJ
Γαστρὸς δὲ πειρῶ πᾶσαν ἡνίαν κρατεῖν → Frenis regendus venter adductis tibi est → Mit straffem Zügel such' zu lenken deinen Bauch
English (LSJ)
[ῠ], ᾰκος, ὁ,
A gaoler, Ph.1.289, 2.53, J.AJ17.7.1.
German (Pape)
[Seite 735] ακος, ὁ, ἡ, Gefängnißwärter, -wärterinn, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
εἱρκτοφύλαξ: -ᾰκος, ὁ, ἡ, δεσμοφύλαξ, Φίλων 1. 289., 2. 53.
Spanish (DGE)
-ακος, ὁ
carcelero I.AI 17.185, 187, Ph.2.54
•fig. del alma, Ph.1.289, cf. 437.
Greek Monolingual
εἱρκτοφύλαξ, ο (Α)
δεσμοφύλακας.