Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ὀρθάμπελος

From LSJ
Revision as of 12:36, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Δύναται τὸ πλουτεῖν καὶ φιλανθρώπους ποιεῖν → Animos nonnumquam humanos concinnant opes → Mitunter macht der Reichtum Menschen auch human

Menander, Monostichoi, 120
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀρθάμπελος Medium diacritics: ὀρθάμπελος Low diacritics: ορθάμπελος Capitals: ΟΡΘΑΜΠΕΛΟΣ
Transliteration A: orthámpelos Transliteration B: orthampelos Transliteration C: orthampelos Beta Code: o)rqa/mpelos

English (LSJ)

ου, ἡ,

   A a vine growing without props, Plin.HN14.40.

Greek (Liddell-Scott)

ὀρθάμπελος: ἡ, ἄμπελος φυομένη ὀρθία καὶ μὴ ἔχουσα χρείαν ὑποστηρίξεως, Πλίν. h. n. XIV, 40.

Greek Monolingual

ὀρθάμπελος, ἡ (Α)
άμπελος που φύεται όρθια και δεν χρειάζεται υποστήριγμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ορθ(ο)- + ἄμπελος.