στερροβαρής

From LSJ
Revision as of 14:40, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

Νόσον δὲ κρεῖττόν ἐστιν ἢ λύπην φέρειν → Morbum quam tristitatem exantles facilius → Es lässt sich leichter krank sein als betrübt

Menander, Monostichoi, 383
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στερροβᾰρής Medium diacritics: στερροβαρής Low diacritics: στερροβαρής Capitals: ΣΤΕΡΡΟΒΑΡΗΣ
Transliteration A: sterrobarḗs Transliteration B: sterrobarēs Transliteration C: sterrovaris Beta Code: sterrobarh/s

English (LSJ)

ές,

   A hard and heavy, prob. in Hsch. s.v. κορύνη, for στερεοβαρής.

Greek (Liddell-Scott)

στερροβᾰρής: -ές, σκληρὸς καὶ βαρύς, πιθαν. γραφὴ παρ’ Ἡσυχ. ἀντὶ στερεοβαρής.

Greek Monolingual

-ές, Α
(κατά τον Ησύχ.) βλ. στερεοβαρής.