ψευδοδίπτερος

From LSJ
Revision as of 14:54, 1 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

παρθενικὴν δὲ γαμεῖν, ἵνα ἤθεα κεδνὰ διδάξῃς → take thee a maiden to wife, and teach her ways of discretion

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψευδοδίπτερος Medium diacritics: ψευδοδίπτερος Low diacritics: ψευδοδίπτερος Capitals: ΨΕΥΔΟΔΙΠΤΕΡΟΣ
Transliteration A: pseudodípteros Transliteration B: pseudodipteros Transliteration C: psevdodipteros Beta Code: yeudodi/pteros

English (LSJ)

ον,

   A false dipteral, of a temple in which there is only one row of columns along the sides, though there is space left for two, Vitr.3.2.1.

Greek (Liddell-Scott)

ψευδοδίπτερος: -ον, ψευδὴς δίπτερος, δηλ. ναὸς ἔχων μόνον μίαν σειρὰν κιόνων κατὰ τὰς πλευράς, εἰ καὶ ὑπάρχει χῶρος ἱκανὸς διὰ δύο σειράς, Vitruv. 3.1.

Greek Monolingual

-η, -ο / ψευδοδίπτερος, -ον, ΝΑ
(για αρχαίο ναό) ο φαινομενικά δίπτερος, αυτός που περιβάλλεται από απλή σειρά κιόνων, η οποία όμως έχει το πλάτος διπλής σειράς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)- + δίπτερος.