ἑπτάσημος
From LSJ
ἐπάμεροι· τί δέ τις; τί δ' οὔ τις; σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος → Neverlasting: What is a somebody? What is a nobody? You are a dream of a shadow | Creatures of a day. What is a someone, what is a no one? Man is the dream of a shade.
English (LSJ)
[ᾰ], ον,
A of seven times, in metre, συζυγίαι Heph.11.5, cf. 12.1, Aristid.Quint.1.14.
German (Pape)
[Seite 1013] siebenzeitig, Hephaest.
Greek (Liddell-Scott)
ἑπτάσημος: -ον, ἀποτελούμενος ἐξ ἑπτὰ χρονικῶν σημείων, Ἡφαιστ. 11. 9.
Greek Monolingual
ἑπτάσημος, -ον (Α)
αυτός που απαρτίζεται από επτά χρονικά σημεία («ἑπτάσημοι συζυγίαι», Ηφαίστ.).